ενσφηνώμενο κάταγμα,
Ερμηνεία:
Κάταγμα στο οποίο τα θραύσματα έχουν συμπιεστεί από τη δύναμη της αρχικής κάκωσης, οδηγώντας το ένα θραύσμα μέσα στο παρακείμενο οστό.
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Συνώνυμα:
Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ορθοπεδική:
|